Απο τις φυλακές οργανώθηκε η απαγωγή του Ανδρέα Μαρτίνου
Μέσα από φυλακή της χώρας αποφασίστηκε και σχεδιάστηκε σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Αστυνομίας η απαγωγή του Ανδρέα - Κίκου Μαρτίνου,
γόνου μιας από τις μεγαλύτερες εφοπλιστικές οικογένειες της χώρας μας, ο οποίος χάρις στη ψυχραιμία αλλά και την αποφασιστικότητά του κατάφερε να την αποτρέψει και να ξεφύγει από τον κλοιό των ένοπλων και ταυτόχρονα επίδοξων απαγωγέων του.
Η απόπειρα απαγωγής του 33χρονου εφοπλιστή, γιου του Ανδρέα Μαρτίνου, το μεσημέρι στη περιοχή στη Βούλας, είχε πολλά κοινά στοιχεία, όπως λένε ξιωματικοί της Ασφάλειας Αττικής, με την μεγαλύτερη απαγωγή στα αστυνομικά χρονικά αυτή του Περικλή Παναγόπουλου, πριν από περίπου 5 χρόνια, στο Καβούρι.
Και στις δύο περιπτώσεις, τότε και σήμερα, οι δράστες έδρασαν πανομοιότυπα, και όπως είναι γνωστό η εξιχνίαση της υπόθεσης της απαγωγής του Περικλή Παναγόπουλου αποκάλυψε ότι «εγκέφαλος» ήταν βαρυποινίτης σωφρονιστικού καταστήματος.
Ένα ακόμη ενδεχόμενο το οποίο εξετάζεται από την ΕΛ.ΑΣ, αποδυναμωμένο μεν αλλά όχι απορριπτέο δε, είναι πίσω από την απόπειρα να βρίσκεται ομάδα του καταζητούμενου Βασίλη Παλαιοκώστα, ο οποίος έχει παρελθόν με δύο απαγωγές βιομηχάνων στη Βόρεια Ελλάδα, το 1995 και το 2008, και μάλιστα οι αστυνομικοί τον χαρακτηρίζουν ως τον «πρώτο διδάξαντα» του είδους.
Στην απόπειρα απαγωγής του Κίκου Μαρτίνου η Αστυνομία εκτιμά ότι χρησιμοποιήθηκαν ποινικοί, «ειδικευμένοι» σε τέτοιες είδους... δουλειές, και για το λόγο αυτό φρόντισαν να βάλουν φωτιά στα δύο οχήματα που χρησιμοποίησαν προκειμένου να μην αφήσουν ίχνη που ενδεχομένως θα οδηγούσαν τις Αρχές στον εντοπισμό τους.
Σύμφωνα με τα πενιχρά στοιχεία που έχει στη διάθεση της η Ασφάλεια Αττικής, που ανέλαβε τις έρευνες, αλλά και σύμφωνα με τη μαρτυρία του 33χρονου εφοπλιστή, οι δράστες ήταν τουλάχιστον πέντε άτομα, τρεις εκ των οποίων οπλοφορούσαν με καλάσνικοφ. Όλοι τους επέβαιναν σε δύο οχήματα, σ' ένα Μιτσουμπίσι τύπου Βαν και σ' ένα Σιτροέν.
Η ομάδα των απαγωγέων, όπως γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις, ήταν καλά... διαβασμένη για το θύμα τους, έχοντας το προφανώς παρακολουθήσει μέρες πιο πριν. Γνώριζαν επακριβώς τις ώρες που προσέρχονταν και αποχωρούσε από το ναυτιλιακό γραφείο της οικογένειας, που μετέβαινε μετά να γευματίσει, και το κυριότερο ότι οδηγούσε μόνος του, χωρίς συνοδούς, το αυτοκίνητο του ένα Άουντι Κουάτρο. Μόνο, όπως εξελίχθηκε η υπόθεση, δεν υπολόγισαν σωστά τα αντανακλαστικά και την αποφασιστικότητα του νεαρού εφοπλιστή.
Ο 33χρονος αποχώρησε από τα ναυτιλιακό γραφείο στις 3.30 το μεσημέρι, με προορισμό το Καβούρι όπου συνήθως τα μεσημέρια γευματίζει σε εστιατόριο της περιοχής. Τα γραφεία της οικογένειας Ανδρέα Μαρτίνου βρίσκονται στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης 141 στο ύψος της Βούλας. Οδηγώντας το αυτοκίνητο του δια μέσου της οδού Αιόλου, ο νεαρός εφοπλιστής διαπίστωσε ότι τον ακολουθούσε ένα λευκό Σιτροέν.
Σχεδόν ταυτόχρονα από μπροστά του, στη συμβολή της οδού Αιόλου με την οδό Ηρακλειδών, τού «βγήκε» από μπροστά ένα Βαν από το οποίο αποβιβάστηκαν τρεις ένοπλοι, πιθανότατα με Καλάσνικοφ.
Αντιλαμβανόμενος τον κλοιό και το τι αυτό σηματοδοτούσε, ο 33χρονος έκανε όπισθεν εμβολίζοντας με δύναμη το Σιτροέν. Στον ενδιάμεσο χώρο που απέμεινε, με γρήγορους έναν –δυο ελιγμούς κατάφερε να στρίψει το Άουντι και να ξεφύγει με μεγάλη ταχύτητα. Κατευθύνθηκε αμέσως στα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρείας και στο υπόγειο γκαράζ για περισσότερο ασφάλεια. Από κει ειδοποίησε την Αστυνομία.
Στο μεταξύ, κατά την εμβολή του Σιτροέν εκδηλώθηκε σε αυτό φωτιά, ενώ αργότερα οι αστυνομικοί σε ένα αλσύλιο, στη συμβολή των οδών Αθηναΐδος και Πάτμου (σε μικρή απόσταση από το σημείο της απόπειρας) βρήκαν καμένο και το Βαν. Προφανώς στο σημείο αυτό, βάσει του σχεδιασμού, υπήρχε τρίτο όχημα, ενδεχομένως και με άλλους συνεργούς και όλοι μαζί συνέχισαν τη διαφυγή τους με αυτό.
Στην Αστυνομία μόλις έγινε γνωστή η απόπειρα απαγωγής σήμανε συναγερμός. Στη Βούλα αλλά και σε ευρύτερες περιοχές εξαπολύθηκε ανθρωποκυνηγητό χωρίς ωστόσο να υπάρξει αποτέλεσμα.
